Απόψεις: “τηλε-τάξη και τηλε-κλίμα εμπιστοσύνης δεν γίνεται”
Η συνάδελφος Μαριάνθη Ρούσσου μας έστειλε το παρακάτω κείμενο με τις σκέψεις της για τις παράξενες εποχές που ζούμε.
“Σκέψεις ρομαντικών δασκάλων
Είμαι μία δασκάλα του παλιού καλού καιρού. Πήρα το πτυχίο μου το 1987. Υπάρχουν κι αυτές οι ημερομηνίες. Θυμάμαι λοιπόν καλά ότι ειδικεύτηκα στο να διδάσκω σε παιδιά του Δημοτικού σε μια αίθουσα με πίνακα, κιμωλίες, εποπτικά μέσα, κέφι και χαμόγελο.
Έμαθα πολύ καλά αυτά τα τριάντα χρόνια που εργάζομαι ότι ο δάσκαλος είναι κοντά στους μαθητές του, πηγαινοέρχεται στην τάξη, πιάνει χεράκια για να γράψουν για πρώτη φορά στο τετράδιο, παρηγορεί, παρακινεί, παίζει, σκουπίζει μύξες, δημιουργεί το οικοδόμημα της γνώσης μαζί με τους μαθητές του, αγγίζει και φωτίζει τις ψυχές τους (απ’ το ρήμα δάω-δω= φωτίζω, εξ’ ου και δάδα), εξηγεί, εμπνέει με αξίες και ιδανικά στοχεύοντας και στη διαμόρφωση μιας ισορροπημένης προσωπικότητας.
Η σχέση αλληλεπίδρασης δασκάλου-μαθητή μέσα στη τάξη είναι μοναδική, μαγική, αυτόνομη, που δημιουργείται σε κλίμα αγάπης, ασφάλειας και αποδοχής όλων. Θα μπορούσα να γράφω ώρες κι εγώ κι όλοι μας οι εκπαιδευτικοί για τον ρόλο μας, όπως τον ονειρευόμασταν.
Είναι όμως και ο ρόλος μας, όπως τον έχουν μεθοδεύσει χρόνια τώρα οι εκάστοτε κυβερνήσεις, όχι μόνο της χώρας μας, αλλά και όλων των καπιταλιστικών κρατών. Θυμάμαι τα πρώτα χρόνια που διορίστηκα παίρναμε στο χέρι ένα ποσό κάθε χρόνο για να πάρουμε βιβλία χρήσιμα για την δουλειά μας. Μετά αυτό έγινε επίδομα στον μισθό μας και μετά αέρας κοπανιστός.
Κι έφτασε ο καιρός που βλέπαμε διαφημίσεις σχολικών ειδών και το σχολείο μας δεν είχε χρήματα για να πάρει ούτε μερικά χαρτόνια, ούτε καν το πετρέλαιο για να ζεσταθούν τα παιδιά. Μη μιλήσω για τα χρήματα που μας χρωστάει το κράτος. Τον χειρότερο εφιάλτη όμως τον ζούμε από πέρυσι ως απειλή κι εφέτος ως υποχρέωση να κάνουμε τηλ-«εκπαίδευση».
Εφέτος μάλιστα και πριν από λίγο καιρό το υπουργείο λες και τρελαινόταν μαζί με όλους τους κυβερνητικούς επιδημιολόγους και τη μια μέρα έλεγε για ανοιχτά σχολεία και την επομένη τα έκλεινε. Και το χειρότερο: μας επέβαλε την τηλ-«εκπαίδευση», σαν λύση της επιδημίας. Η τηλ-«εκπαίδευση» μας κατσικώθηκε. Τι φιάσκο! Τι κοροϊδία!
Δεν ακούνε τις φωνές που λένε: «Ανοίξτε τα σχολεία, αλλά με τα απαραίτητα μέτρα προστασίας εκπαιδευτικών και μαθητών». Να μου πεις εδώ δεν ακούνε τους γιατρούς που φωνάζουν να επανδρώσουν τα νοσοκομεία και τις Μ.Ε.Θ., να ανοίξουν τα Λοιμωδών, εμάς τους ρομαντικούς θ ’ακούσουν; Αυτούς που δεν ενδιαφέρονται για την τεχνολογία! Αυτούς που συλλέγουν πέννες για να γράφουν σε τετράδια! Αυτούς που δεν ξέρουν αν το λινκ τρώγεται ή χρησιμοποιείται με άλλον τρόπο!
Αυτούς που πιστεύουν ότι τηλε-τάξη, τηλε-κλίμα εμπιστοσύνης, τηλε-άγγιγμα ψυχής δεν γίνεται! Αυτούς που το webex τους φαίνεται σαν ένα ταξίδι στο διάστημα!Εδώ οι τεχνοκράτες και δεν τα κατάφεραν με την τηλ-«εκπαίδευση». Εμείς θα τα καταφέρουμε;
Ο υπολογιστής δεν μας θέλει και δεν το θέλουμε. Είμαστε υποχρεωμένοι να γίνουμε όλοι πληροφορικάριοι; Είμαστε υποχρεωμένοι ή να μάθουμε ή να μείνουμε στο περιθώριο; Και η πρεμούρα του υπουργείου να γίνει εντατική η τηλ-«εκπαίδευση» σε όλες τις βαθμίδες, ανεξάρτητα αν ικανοποιεί παιδαγωγικούς στόχους, αλλά για να εξυπηρετήσει συμφέροντα για ένα σχολείο φτηνό μεν, αντιπαιδαγωγικό δε, που θα λειτουργεί ως μαγαζί μεγάλων εταιρειών και όχι για να σταθεί δίπλα στους μαθητές.
Πάρτε το χαμπάρι: εκπαίδευση χωρίς δασκάλους, μαθητές, σχολειά δεν υφίσταται. Τηλ-«εκπαίδευση» είναι άλλο πράγμα. Είναι μηδενικές προσλήψεις, είναι το λάθος παράδειγμα της προσκόλλησης πάνω σε μια οθόνη για μικρούς μαθητές όλη την ημέρα, μακριά από τα πραγματικά βιβλία και κυρίως από την ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία.
Είναι η σύγχυση ότι η εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση μπορεί να αναπληρώσει τη δια ζώσης. Η τηλ-«εκπαίδευση» με τα τεράστια ηθικά, πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα που εγείρει υπονομεύει και το κλίμα μιας φυσιολογικής σχολικής ζωής.
Είναι η καταστροφή της ιεροτελεστίας και της μαγείας της διδασκαλίας, του απαραβίαστου κόσμου που χτίζουν δάσκαλοι και μαθητές. Το τηλε- «μάθημα» με ανοιχτές ή κλειστές κάμερες διαλύει την ελευθερία έκφρασης και τους παιδαγωγικούς δεσμούς εμπιστοσύνης του δασκάλου με τους ανήλικους μαθητές του, μετατρέποντας το μάθημα σε φθηνό ριάλιτι σόου.
Αρνούμαι να συνεχίσω να περιμπαίζομαι ότι κάνω μάθημα μέσω τηλ-«εκπαίδευσης» και να περιμπαίζω και τους μαθητές μου. Αρνούμαι να υποδυθώ το ρόλο του υπουργείου. Αρνούμαι συνολικά το υπουργείο, γιατί και εκείνο με αρνείται, με υποβιβάζει, με αναιρεί, με αξιολογεί, με ταπεινώνει, με κοροϊδεύει μπροστά στα μάτια μου, με απαξιώνει.
Δυστυχώς, διανύουμε χαλεπούς καιρούς για τα δικαιώματα και το μέλλον των μικρών μαθητών μας. Αν αποδειχτούμε κατώτεροι των περιστάσεων ως δάσκαλοι κι επιτρέψουμε την ποδηγέτηση της δια ζώσης δωδεκάχρονης δημόσιας και υποχρεωτικής εκπαίδευσης που απευθύνεται για όλους, τότε θα είμαστε άξιοι της μοίρας μας και από δάσκαλοι θα υποβιβαστούμε εκούσια σε υπαλληλίσκους, τηλεδιεκπαιρεωτές και δουλικά της τελευταίας υποστάθμης.
Αν δεν υψώσουμε ανάστημα τώρα πότε περιμένουμε; Άλλωστε το χρωστάμε και στους μαθητές μας: Να τους δείξουμε το δρόμο «για να φτιάξουν ένα κόσμο στο μπόι των ονείρων και των ανθρώπων».
Μαριάνθη Ρούσσου, δασκάλα στο πρώτο Δημοτικό σχολείο Αγίου Κηρύκου Ικαρίας”