Την αντίθεσή τους στο νομοσχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση και το οποίο φέρνει αλλαγές, μεταξύ άλλων και στον συνδικαλιστικό νόμο, εκφράζουν οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες. Νηπιαγωγοί, δάσκαλοι και καθηγητές καλούνται να συμμετέχουν στην 24ωρη απεργία που έχει κηρύξει η ΑΔΕΔΥ για τις 24 Σεπτεμβρίου.
Αναλυτικά το κάλεσμα της ΔΟΕ αναφέρει:
“Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, στη συνέντευξη που παραχώρησε στη ΔΕΘ, ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ θα έδινε στη δημοσιότητα σχέδιο νόμου που θα περιελάμβανε αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο 1264/82. Ο Υπουργός Εργασίας Γ. Βρούτσης από το βήμα της Βουλής στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, είχε προαναγγείλει το περιεχόμενο του νομοσχεδίου (ανατροπές στα ως τώρα ισχύοντα με εφαρμογή ηλεκτρονικού μητρώου των σωματείων, ηλεκτρονική ψηφοφορία ακόμη και για απεργία κ.α.).
Η κυβέρνηση της ΝΔ, πατώντας στην τροπολογία Αχτσιόγλου/ΣΥΡΙΖΑ που ήρθε το 2018 σχετικά με τον περιορισμό του απεργιακού δικαιώματος (στις πρωτοβάθμιες επιχειρησιακές οργανώσεις) βαθαίνει την επίθεση ενάντια στην οργανωμένη δράση των εργαζομένων, με στόχο τον έλεγχο των σωματείων και της δράσης τους. Το νομοσχέδιο δημοσιοποιήθηκε με τον τίτλο του “αναπτυξιακού πολυνομοσχεδίου“. Η παρέμβαση του κράτους στον συνδικαλιστικό νόμο, προφανώς θεωρείται από την κυβέρνηση αναπτυξιακό μέτρο.
Υπενθυμίζουμε στην κυβέρνηση πως η συνδικαλιστική ελευθερία και δράση κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα, προστατεύεται από Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας (οι οποίες υπερισχύουν κάθε αντίθετης διάταξης νόμου, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Συντάγματος) και ρυθμίζεται νομοθετικά με τον Ν.1264/1982. Αυτό, στο πλαίσιο λειτουργίας μιας ευνομούμενης πολιτείας, καθιστά εξόφθαλμη κάθε προσπάθεια περιστολής των συνδικαλιστικών μας δικαιωμάτων, αφού με βάση το προαναφερθέν συνταγματικό-νομικό πλέγμα, αυξημένης τυπικής ισχύος έναντι του κοινού νόμου:
Το Κράτος οφείλει να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της συνδικαλιστικής ελευθερίας και την ανεμπόδιστη άσκηση των συναφών μ’ αυτή δικαιωμάτων εναντίον κάθε προσβολής τους, μέσα στα όρια του νόμου.
Οι εργαζόμενοι δικαιούνται, χωρίς καμιά διάκριση και χωρίς καμιά προηγούμενη άδεια, να συνιστούν οργανώσεις της επιλογής τους, να γίνονται μέλη τους, να συντάσσουν τα καταστατικά και τους κανονισμούς τους, να εκλέγουν ελεύθερα τους αντιπροσώπους τους, να οργανώνουν τα της διαχείρισης και της δραστηριότητάς τους και να καταστρώνουν το πρόγραμμα των ενεργειών τους.
Οι «εργοδότες» (το κράτος στην περίπτωση των δημοσίων υπαλλήλων) δεν πρέπει να επεμβαίνουν με κανένα τρόπο ή μέσο στη σύσταση, στη λειτουργία ή στη διοίκηση των οργανώσεων των εργαζομένων.
Οι διατάξεις του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εργασίας θα πρέπει να εναρμονίζονται με όλα τα παραπάνω.
Οι αλλαγές που σχεδιάζονται στόχο έχουν να νομιμοποιήσουν και να επεκτείνουν την κρατική και την εργοδοτική παρέμβαση μέσα στα συνδικάτα, να παρακάμψουν τα καταστατικά των σωματείων, με εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας να το αποφασίσει, καθιστώντας τον τοποτηρητή της συνδικαλιστικής δράσης (μέσω του ηλεκτρονικού μητρώου μελών κλπ.), να αποδυναμώσουν τις συλλογικές διαδικασίες για τη λήψη αγωνιστικών κινητοποιήσεων (γενικές συνελεύσεις).
Υπάρχουν συγκεκριμένα ζητήματα στο άρθρο 50 τα οποία πρέπει να απαντηθούν:
Ποια είναι η σκοπιμότητα δημιουργίας ενός τέτοιου μητρώου για όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις, αφού ακόμα και ο έλεγχος της αντιπροσωπευτικότητας που υποτίθεται πως εξυπηρετεί δεν ανατίθεται, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, στην κρατική εξουσία αλλά εναπόκειται στα συμβαλλόμενα μέρη κάθε συλλογικής σύμβασης εργασίας ή και σε τρίτες οργανώσεις, να αμφισβητήσουν την αντιπροσωπευτικότητα ενώπιον της Επιτροπής του άρθρου 15 του Ν.1264/1982.
Ποιοι είναι στην πραγματικότητα οι στρατηγικοί, για την κυβέρνηση, λόγοι που της επιβάλλουν να εισάγει στην ζωντανή συνδικαλιστική πραγματικότητα την, ατομικού και όχι συλλογικού χαρακτήρα, διαδικασία ηλεκτρονικής ψηφοφορίας;
Η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 50, με την οποία εισάγεται η δυνατότητα λήψης αποφάσεων και με ηλεκτρονική ψηφοφορία, όπως θα ορίζεται από το καταστατικό της οργάνωσης ή το αρμόδιο όργανο διοίκησής της, σαφέστατα δεν καταργεί την υφιστάμενη διαδικασία λήψης απόφασης για αγωνιστικές κινητοποιήσεις με βάση την κείμενη νομοθεσία. Είναι, όμως, υπαρκτός ο κίνδυνος της διαμόρφωσης νοοτροπίας μη συμμετοχής των μελών των οργανώσεων στις γενικές συνελεύσεις αλλά και πιθανής απαίτησής τους οι ψηφοφορίες να διεξάγονται με ηλεκτρονικό τρόπο.
Όλα αυτά, πέρα από το γεγονός ότι δεν προβλέπονται από τα σημερινά καταστατικά, δημιουργούν κίνδυνο “εκφυλισμού” των συλλογικών διαδικασιών. Αυτό, επίσης, που δεν γίνεται σαφές είναι εάν μεταξύ των ψηφοφοριών που μπορούν να πραγματοποιηθούν με ηλεκτρονική ψηφοφορία, είναι και οι εκλογικές διαδικασίες για την ανάδειξη των οργάνων διοίκησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων (σήμερα απαγορεύεται από τον Ν.1264/1982).
Τι, πραγματικά, εξυπηρετεί η δημοσιοποίηση των οικονομικών στοιχείων των συνδικαλιστικών οργανώσεων από τη στιγμή που, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, προβλέπονται οι απαραίτητες διαδικασίες ελέγχου των οικονομικών στοιχείων από τα αρμόδια καταστατικά τους όργανα;
Αν πρόκειται για έλεγχο προς οργανώσεις που, τυχόν, ενισχύονται με κρατική χρηματοδότηση θα πρέπει αυτό να οριστεί με απόλυτη σαφήνεια. Η σύγχυση που δημιουργεί η διάταξη αντιμετωπίζοντας με τον ίδιο τρόπο αυτές τις οργανώσεις με εκείνες που λαμβάνουν χρηματοδότηση μέσω συμμετοχής τους σε συγχρηματοδοτούμενα Ευρωπαϊκά προγράμματα, στα οποία η οικονομική διαχείριση διενεργείται και τώρα από τις αρμόδιες δημόσιες αρχές που λειτουργούν βάσει ενιαίων κανόνων για όλους τους δικαιούχους τέτοιων προγραμμάτων, πρέπει άμεσα να αρθεί.
Ποιον σκοπό, πραγματικά, εξυπηρετούν οι εξουσιοδοτικές, προς τον εκάστοτε Υπουργό, διατάξεις των παραγράφων 4 και 5; Διατυπώσεις όπως “με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων είναι δυνατόν να ορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσης διάταξης”, αποτελούν στην ουσία λευκή επιταγή και κάνουν ορατό τον κίνδυνο να υπάρξουν ρυθμίσεις με υπουργικές αποφάσεις που θα αποτελέσουν ωμή παρέμβαση στις εσωτερικές διαδικασίες των συνδικάτων.
Τα επιχειρήματα περί “δημοκρατίας στη λήψη αποφάσεων” είναι υποκριτικά. Ο αφοπλισμός του συνδικαλιστικού κινήματος διευκολύνει την κυβέρνηση στη λήψη μέτρων κατά των εργαζομένων και στην περιστολή των εργασιακών τους δικαιωμάτων. Κάτι τέτοιο δεν θα το επιτρέψουμε.
Τα συνδικάτα μπορούν να ρυθμίζουν και να διαφυλάσσουν την εσωτερική τους λειτουργία στη βάση δημοκρατικών και συμμετοχικών διαδικασιών που αποφασίζουν με αποφάσεις των οργάνων τους.
Το ΔΣ της ΔΟΕ συμμετέχει δυναμικά στην απεργία που κήρυξε η ΕΕ της ΑΔΕΔΥ για την Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2019 με βασικό αίτημα την απόσυρση του νομοσχεδίου. Καλεί τους Συλλόγους Εκπαιδευτικών ΠΕ να δραστηριοποιηθούν στην κατεύθυνση της μαζικής συμμετοχής των συναδέλφων στην απεργία και στα συλλαλητήρια. (Η συγκέντρωση στην Αθήνα θα γίνει στις 11 π.μ. στην Πλατεία Κλαυθμώνος και θα ακολουθήσει πορεία).”